Με αισθήματα βαθιάς συγκίνησης και εθνικής περηφάνιας    από εδώ από τον Ιερό Ναό του Αγίου Κασσιανού, αποτίουμε με τον προσήκοντα σεβασμό τον ελάχιστο φόρο τιμής, στους εθελοντές αγωνιστές και στους εν υπηρεσία αστυνομικούς που έπεσαν μαχόμενοι στον αγώνα υπεράσπισης της νομιμότητας και του Κράτους, κατά την περίοδο 1963 - 64.

Σήμερα τιμούμε και αναλογιζόμαστε τις κορυφαίες πράξεις αξιοπρέπειας, ψυχικού μεγαλείου και ηρωικής αυτοθυσίας των προμάχων της ελευθερίας που μνημονεύουμε. Σήμερα αντηχεί ξανά στα αυτιά μας στεντόρεια η αξιοθαύμαστη απάντηση του τελευταίου αυτοκράτορα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας Κωνσταντίνου Παλαιολόγου στον Μωάμεθ τον Β΄. 

«Το δε την πόλιν σοι δούναι, ούτ’ εμόν έστιν ούτ’ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη. Κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών».

Οι αγωνιστές που μνημονεύουμε σήμερα ήταν άξιοι απόγονοι συνεχιστές του Παλαιολόγου, γιατί ήταν ενσυνείδητη κι αυτόβουλη η απόφασή τους να υπηρετήσουν με πίστη και αφοσίωση την πατρίδα και τη δημοκρατία, προασπιζόμενοι τις αρχές, τις αξίες και τα ιδανικά του Έθνους.

Και είναι πράγματι πολύτιμη και σπουδαία η υπηρεσία τους προς την πατρίδα, αν αναλογιστεί κανείς το βάρος της ευθύνης και το διακύβευμα να ζήσεις δειλός και παραδομένος ή να πεθάνεις τολμηρός και ελεύθερος.

Να γνωρίζεις ότι η επιλογή σου ενέχει τον κίνδυνο να χάσεις την ίδια σου τη ζωή, αλλά να παραμένεις εκεί στην πρώτη γραμμή για να φυλάξεις Θερμοπύλες.

Να παραμένεις εκεί για να υπερασπίσεις μέχρις εσχάτων, τα ιερά και τα όσια της πατρίδας και του Ελληνισμού.

Να παραμένεις εκεί, να αντιστέκεσαι στη δουλεία και την υποδούλωση, πράττοντας αυτό που για τους πολλούς μοιάζει ανορθόδοξο, παράλογο κι εξωφρενικό, αλλά πλήρως αυτονόητο και επιβαλλόμενο για τους λίγους αυτούς που μετείχαν της ελληνικής παιδείας και ανατράφηκαν ενστερνιζόμενοι τις πανανθρώπινες αρχές αξίες και ιδανικά της πατρίδας, του ανθρωπισμού, της δημοκρατίας και της ελευθερίας.

Οι πεσόντες εθελοντές αγωνιστές και αστυνομικοί που τιμούμε σήμερα, αγωνίστηκαν με ηρωισμό και απέκρουσαν την τουρκική βαρβαρότητα σε όλη της την έκταση.

Έθεσαν υπεράνω όλων το  χρέος απέναντι στην πατρίδα, ως αυτοσκοπό, ως ύψιστη προτεραιότητα και υπέρτατο καθήκον, ποτίζοντας με το άγιο αίμα τους το δέντρο της ελευθερίας της Κύπρου.

Ανασύρουμε σήμερα από την ιστορία μας τις θλιβερές μνήμες από τη μαύρη περίοδο 1963 - 64. Οι οικογένειες των νεκρών και αγνοουμένων μας, οι μαυροφορεμένοι γονείς, οι χήρες και τα ορφανά, συνθέτουν το θλιβερό ψηφοθέτημα του θανάτου, του πόνου και της καταστροφής εκείνης της τραγικές περιόδου.

Κυρίες και κύριοι,

 

Η διετία 1963 - 1964 αποτελεί μια μελανή σελίδα στη σύγχρονη ιστορία της Κύπρου και προμήνυμα του ολέθρου που επακολούθησε.

Η ομαλή λειτουργία του νεοσύστατου Κυπριακού Κράτους, μετά την ανεξαρτησία του, η οποία κερδήθηκε με κόπο, θυσίες και την κατάθεση του ιερού αίματος των αγωνιστών της ΕΟΚΑ στα δαφνοστόλιστα πεδία της τιμής, διήρκησε μόνο τρία χρόνια.

Την περίοδο μετά την ανεξαρτησία στιγμάτισε η προσχεδιασμένη προσπάθεια εκ μέρους της Τουρκίας να υποδαυλίσει την αντιπαράθεση και τη σύγκρουση μεταξύ των δυο κοινοτήτων. Σε πολιτικό επίπεδο οι Τουρκοκύπριοι, με την καθοδήγηση της Άγκυρας, χρησιμοποίησαν τα προνόμια που τους είχαν παραχωρηθεί με τις Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου, για να βάλουν εμπόδια στο νομοθετικό έργο της Βουλής, να αμφισβητήσουν και να ακυρώσουν τις αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας και να αποσυντονίσουν την ομαλή λειτουργία του τότε εύθραυστου νεοσύστατου Κράτους της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Επακόλουθα του τουρκικού επεκτατικού σχεδιασμού αποτέλεσαν η εμφάνιση εθνικιστικών ριζοσπαστικών τάσεων και αισθημάτων μισαλλοδοξίας στον τουρκοκυπριακό πληθυσμό, η δημιουργία χάσματος και διενέξεων ανάμεσα στις δύο κοινότητες, με αποκορύφωμα τις αποσχιστικές ενέργειες των Τουρκοκυπρίων, που οδήγησαν στα γεγονότα του Δεκεμβρίου του 1963.

Την έκρυθμη κατάσταση στο νησί επιδείνωσε η συγκρότηση ένοπλων οργανώσεων και ομάδων και στις δύο κοινότητες. Η εξέλιξη αυτή, μεταξύ άλλων γεγονότων που έλαβαν χώρα, οδήγησαν την κατάσταση προς την αιματηρή σύγκρουση των δυο κοινοτήτων.

Τον Νοέμβριο του 1963, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπος Μακάριος υπέβαλε προς τον Αντιπρόεδρο Φαζίλ Κουτσιούκ ένα έγγραφο με 13 σημεία αναθεώρησης του Συντάγματος,  με σκοπό τη διευκόλυνση του κυβερνητικού έργου και την ομαλή λειτουργία του Κράτους. Το έγγραφο και οι αλλαγές απορρίφθηκαν αμέσως από την Τουρκία και τους Τουρκοκύπριους, χωρίς προηγουμένως να υπάρξει οποιαδήποτε συζήτηση και διαβούλευση.

Η Τουρκία όμως είχε ήδη δυναμιτίσει και δηλητηριάσει την ατμόσφαιρα με οργανωμένες προβοκάτσιες. Με την υποβολή των 13 σημείων η Τουρκία βρήκε την ευκαιρία να ανοίξει την αυλαία της σύγκρουσης. Το βράδυ της 20ης προς 21η Δεκεμβρίου του 1963, η Λευκωσία συγκλονίστηκε από τα πρώτα αιματηρά επεισόδια, με την έναρξη διακοινοτικών ταραχών και συγκρούσεων.

Τα επεισόδια άρχισαν από την πρωτεύουσα ραγδαία και εξελίχθηκαν σε γενικευμένες ένοπλες συγκρούσεις και επεκτάθηκαν σε ολόκληρη την κυπριακή επικράτεια.

Τα διχοτομικά σχέδια της Τουρκίας, ως αποτέλεσμα και δικών μας λαθών,  έμπαιναν πλέον σε τροχιά υλοποίησης.

Οι συγκρούσεις του 1963 και 1964 οδήγησαν σε ένα εκτεταμένο πληθυσμιακό διαχωρισμό του κυπριακού λαού, και σταδιακά εξελίχθηκαν, όπως αποδείχθηκε, σε ένα καλά ενορχηστρωμένο σχέδιο με στόχο τη διάλυση της νεοϊδρυθείσας Κυπριακής Δημοκρατίας και τη ντε φάκτο διαίρεση του νησιού.

Ως αποτέλεσμα των θλιβερών αιματηρών γεγονότων η πρωτεύουσα της Κύπρου διχοτομήθηκε με τη χάραξη της «πράσινης γραμμής». Επιπλέον μεγάλος αριθμός Τουρκοκυπρίων μετακινήθηκαν και συγκεντρώθηκαν σε διάφορες γεωγραφικές περιοχές, όπου σχημάτισαν συμπαγείς αμιγείς θύλακες, στους οποίους απαγορευόταν η είσοδος Ελληνοκυπρίων, καθώς και η άσκηση ελέγχου από τη νόμιμη Κυβέρνηση.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν ο μεγάλος τουρκοκυπριακός θύλακας του Κιόνελι στα βόρεια της Λευκωσίας, της Λουρουτζίνας, της Λεύκας, του Μούτταλλου στην Πάφο, αλλά και ο θύλακας Κοκκίνων - Μανσούρας, ο οποίος αποτελούσε εν πολλοίς στρατιωτικό προγεφύρωμα της Τουρκίας στην Κύπρο.

Σε αυτό το προγεφύρωμα στην περιοχή Τηλλυρίας το πρώτο εξάμηνο του 1964, η Τουρκία μετέφερε σημαντικό αριθμό στρατιωτικών δυνάμεων και μεγάλες ποσότητες οπλισμού. Ακολούθως αυτές οι τουρκικές δυνάμεις προχώρησαν στην προώθηση θέσεων στη γύρω περιοχή με αποκορύφωμα την κατάληψη του στρατηγικής σημασίας υψώματος «Λωρόβουνος», στις 9 Ιουλίου. 

Επιπλέον, από τις υπόλοιπες στρατιωτικές ενέργειες των Τούρκων έγινε φανερό ότι η Άγκυρα προετοίμαζε τη εκτέλεση, αρχικά, στρατιωτικής απόβασης, ακολούθως, διεύρυνσης του θύλακα Κοκκίνων, και συνένωσής του με αυτόν της Λεύκας και εν συνεχεία με αυτόν της Λευκωσίας – Κιόνελι.

Απώτερος στόχος ήταν ο έλεγχος μεγάλης γεωγραφικής έκτασης, γεγονός το οποίο θα συντελούσε στην επίτευξη της προσπάθειας για σταδιακή αποσταθεροποίηση και κατάργηση του κυπριακού κράτους και εν τέλει διχοτόμηση του νησιού.

Για αντιμετώπιση της έκρυθμης κατάστασης και για ματαίωση της επέκτασης του θύλακα των Κοκκίνων, η Κυπριακή Πολιτεία αποφάσισε την άμεση στρατιωτική επέμβαση για αποτροπή των τραγικών τετελεσμένων. Στις 7 Αυγούστου, οι δυνάμεις ασφαλείας του Κράτους, με αιχμή του δόρατος τη νεοσυσταθείσα Εθνική Φρουρά, διεξήγαγαν στρατιωτική επιχείρηση, ανακαταλαμβάνοντας τα υψώματα με πρώτο τον Λωρόβουνο και ανάγκασαν τους Τούρκους να υποχωρήσουν στον θύλακα των Κοκκίνων.

Στην εξέλιξη αυτή η Άγκυρα επενέβη με τη χρήση της πολεμικής της αεροπορίας, βομβαρδίζοντας ανηλεώς θέσεις της Εθνικής Φρουράς, αλλά και αμάχους σε κατοικημένες περιοχές από τον Ξερό μέχρι τον Πύργο, σκορπώντας αδιακρίτως τον θάνατο, τον όλεθρο και την καταστροφή.

Το τίμημα υπήρξε βαρύτατο για ολόκληρη την Κύπρο, που μαυροφόρεσε για τα νεκρά ηρωικά τέκνα της.

 

Κυρίες και κύριοι,

 

Μετά τα γεγονότα του 1963 - 64 το Κυπριακό εισήλθε σε μια εξαιρετικά δύσκολη και πολύπλοκη φάση, αφού πλέον στηριζόταν σε πολύ λεπτές ισορροπίες. Οι εξελίξεις της διετίας 63 - 64 και άλλων ένοπλων συγκρούσεων που ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια αποτέλεσαν αδιάψευστο αποδεικτικό στοιχείο των επεκτατικών προθέσεων της Τουρκίας και κακό οιωνό για το μέλλον, μέχρι το τελικό βάρβαρο πλήγμα της τουρκικής εισβολής του 1974.

Σήμερα, τιμούμε τη μνήμη όλων των πεσόντων αστυνομικών και των εθελοντών αγωνιστών, που με απαράμιλλο ηρωισμό και υπέρτατη αυταπάρνηση πολέμησαν ηρωικά και θυσιάστηκαν για να προστατεύσουν την ανεξαρτησία και την ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Οι πεσόντες αστυνομικοί και οι ηρωικοί εθελοντές που αγωνιστές που μνημονεύουμε σήμερα κλήθηκαν να προασπίσουν τη νομιμότητα και να συμμετάσχουν με γενναιότητα και αυταπάρνηση σε επιχειρήσεις που διεξήχθησαν, μεταξύ άλλων, στα βόρεια προάστια της Λευκωσίας, στον Άγιο Σωζόμενο, στην Πύλη Πάφου, στην Αμμόχωστο, στα Καζιβερά, στη Λεμεσό και στον Άγιο Θεόδωρο Λάρνακας.

Αγωνίστηκαν με σθένος και έπεσαν ηρωικά μαχόμενοι προσθέτοντας μ’ αυτό τον τρόπο το όνομά τους στο μακρύ κατάλογο των αξιομνημόνευτων υπερασπιστών της πατρίδας μας.

Επιμετρώντας το μέγεθος της προσφοράς και της θυσίας τους, καλούμαστε να αναλογιστούμε και το δικό μας χρέος έναντι της μαρτυρικής μας πατρίδας.

Συναισθανόμενοι το βάρος της ιστορικής ευθύνης απέναντι στους ήρωες και την ιστορία μας, και με φάρο την ανιδιοτελή θυσία τους, με πίστη, επιμονή και αποφασιστικότητα δηλώνουμε ευθέως και κατηγορηματικά τη βούλησή μας για συνέχιση του αγώνα απελευθέρωσης και επανένωσης της πατρίδας μας.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Χριστοδουλίδης έχει αναλάβει σειρά πρωτοβουλιών, με σκοπό τη δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών για επιστροφή στο τραπέζι των συνομιλιών.

Παρά τις όποιες δυσκολίες, τις προκλήσεις και τα εμπόδια που δημιουργεί η τουρκική πλευρά, με ομοψυχία, ρεαλισμό και ορθολογισμό, οφείλουμε να συνεχίσουμε να καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να πετύχουμε άρση του παρατεταμένου αδιεξόδου και μέσα από τη διαδικασία των συνομιλιών να καταλήξουμε στην πολυπόθητη λύση του κυπριακού προβλήματος.

Παραμένουμε αταλάντευτα προσηλωμένοι στον στόχο μας.

Δεν διεκδικούμε οτιδήποτε πέρα από τα αυτονόητα.

Διεκδικούμε την ειρήνη, την ασφάλεια, την πολιτική σταθερότητα και τη διασφάλιση των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων για όλους τους πολίτες της Κύπρου.

Διεκδικούμε ένα καλύτερο μέλλον, μια πατρίδα ευημερίας και προόδου για τις παρούσες και μελλοντικές γενιές.

Κλίνοντας ευλαβικά το γόνυ μπροστά στην υπέρτατη θυσία των ηρώων που τιμούμε σήμερα, δηλώνουμε πως με υπερηφάνεια και αποφασιστικότητα θα συνεχίσουμε να πράττουμε αυτό που επιτάσσει η ιστορία μας. 

Τιμή και δόξα στους πεσόντες αστυνομικούς και εθελοντές αγωνιστές του 1963 – 64.

Τιμή και δόξα στους ήρωες της Κύπρου.

Αιωνία θα είναι η μνήμη που θα τους συνοδεύει.

Είθε να εισακουστούν οι προσευχές μας στον Πανάγαθο για διακρίβωση της τύχης όλων των αγνοουμένων μας.