«Όλοι διψάνε. Χρόνια τώρα.

Όλοι μασάνε μία μπουκιά ουρανό πάνου απ᾿ την πίκρα τους.

Τα μάτια τους είναι κόκκινα απ᾿ την αγρύπνια,

μία βαθειά χαρακιά σφηνωμένη ανάμεσα στα φρύδια τους

σαν ένα κυπαρίσσι ανάμεσα σέ δυο βουνά το λιόγερμα».

Επαναφέροντας στη μνήμη τους στίχους της Ρωμιοσύνης, του Γιάννη Ρίτσου και με αισθήματα βαθιάς συγκίνησης και απέραντου σεβασμού, συγκεντρωθήκαμε σήμερα εδώ για να αποτίσουμε τον οφειλόμενο φόρο τιμής στα στελέχη του Κυπριακού Στρατού, πεσόντες και θανόντες, και να αναπέμψουμε δέηση για ανεύρεση του αγνοούμενου Υποστράτηγου Τάσου Μάρκου, όπως και όλων των αγνοουμένων συμπατριωτών μας.

Αυτή τη δίψα για ελευθερία και προσφορά προς την πατρίδα, στην οποία αναφέρεται ο σπουδαίος ποιητής μας, αισθάνονταν οι άνδρες που μνημονεύουμε σήμερα.

Είχαν σφραγισμένο βαθιά μέσα τους τον πόθο για απόκτηση της ελευθερίας και ανεξαρτησίας. Είχαν την πίστη στα υψηλά ιδανικά. Την πίστη εκείνη που ενισχύει και ενδυναμώνει τον λαό σε κάθε δύσκολη και κρίσιμη στιγμή της ιστορίας.

 

Διψούσαν και αυτοί για χρόνια και βρίσκονταν στην ίδια «αγρύπνια»

 

Στην αναγκαία επαγρύπνηση, που επιβάλλει η αγωνία και η έγνοια για διαφύλαξη του πανανθρώπινου ιδανικού της ελευθερίας της πατρίδας.

Αυτήν την επαγρύπνηση που ως λαός οφείλουμε να έχουμε στο διηνεκές του χρόνου, για να αντιμετωπίσουμε επάξια τις εθνικές προκλήσεις, που μας έταξε η μοίρα.

Ευχαριστώ τον Πρόεδρο και το Διοικητικό Συμβούλιο του Συνδέσμου Αποστράτων Αξιωματικών του Κυπριακού Στρατού για την τιμητική πρόσκληση να παρευρεθώ σήμερα μαζί σας και να εκφωνήσω τον επιμνημόσυνο λόγο γι’ αυτούς, που όπως μας υποβάλλει ο ποιητής τράβηξαν ολόισια στην αυγή, στην αδιάκοπη προσπάθεια για ελευθερία, δημοκρατία και δικαιοσύνη.

Τιμούμε σήμερα τα μέλη του Κυπριακού Στρατού που συνειδητά τάχθηκαν στην υπηρεσία της πατρίδας και έθεσαν υπό την υπεράσπισή τους, με πίστη και αφοσίωση, μέχρι της τελευταίας ρανίδας του αίματός τους τις σημαίες.

Αυτούς που γαλουχήθηκαν με τα ελληνοχριστιανικά ιδεώδη, τα νάματα, τις αρχές και τις αξίες της πατρίδας και πορεύθηκαν στον δρόμο του χρέους και του καθήκοντος, καταθέτοντας τον εαυτό τους θυσία υπέρ βωμών και εστιών.

«Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος,

μπορεί να χρειαστεί ν’ αφήσεις τη μάνα σου, την αγαπημένη

ή το παιδί σου.

Δε θα διστάσεις.

Θ’ απαρνηθείς τη λάμπα σου και το ψωμί σου

θ’ απαρνηθείς τη βραδινή ξεκούραση στο σπιτικό κατώφλι

για τον τραχύ δρόμο που πάει στο αύριο.

Μπροστά σε τίποτα δε θα δειλιάσεις κι ούτε θα φοβηθείς».

 

Αυτό μας υπενθυμίζει ο Τάσος Λειβαδίτης.

Αυτό έπραξαν οι άνδρες που μνημονεύουμε σήμερα.

Επιλέγοντας τον αγώνα και τον ηρωικό θάνατο επισφράγισαν με την ενεργό συμμετοχή τους τις πιο κρίσιμες στιγμές της σύγχρονης ιστορίας της Κύπρου.

Δεν δίστασαν, δεν λιγοψύχησαν.

Βγήκαν από το κέλυφος της βόλεψης και της ασφάλειας.

Ηγήθηκαν με το παράδειγμά τους.

Αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τους υφιστάμενούς τους.

Οδήγησαν το προσωπικό τους στον δρόμο της τιμής, της ευθύνης και του καθήκοντος.

Έδειξαν σε όλους εμάς, πως όταν απαιτηθεί υπάρχουν οι λίγοι, οι εκλεκτοί που πολεμούν σαν ήρωες προασπιζόμενοι την ελευθερία.

Βροντερό παρών δήλωσε πάντοτε στις κρίσιμες στιγμές της πατρίδας μας κι ο Τάσος Μάρκου. Υπήρξε ένας από τους λίγους, τους εκλεκτούς.

Οδοδείκτης για τους υπόλοιπους, μπροστάρης σε κάθε ιστορικό γεγονός και αγώνα της πατρίδας μας.

Παρά την πίκρα και την απογοήτευση από τους κατ’ επανάληψη λανθασμένους χειρισμούς της ηγεσίας της περιόδου, με αστείρευτη αποφασιστικότητα και αξιοζήλευτο σθένος, έχοντας  στο πλευρό του λιγοστούς στρατιώτες, στη Μια Μηλιά, πρόταξε το επιβλητικό του ανάστημα, πολέμησε ηρωικά με αξιοθαύμαστη τόλμη, επιχειρώντας να αποκρούσει την τουρκική επιθετικότητα.

Στο πλάι του, εκεί, στις 14 Αυγούστου του ΄74, αναγεννημένος από τα βάθη της ιστορίας, ολόρθος βρέθηκε ο Σπαρτιάτης Λεωνίδας.

Μαζί, για ακόμα μια φορά έγραψαν ιστορία κι ανέδειξαν την αντρειοσύνη του Έλληνα, αν και γνώριζαν ότι οι «νέοι Μήδοι» «επί - του - τέλους θα διαβούνε».

Παρέμεινε εκεί, ο παραλιμνίτης Ταγματάρχης. Στις δικές του Θερμοπύλες. Ακόμα και μετά τη διάσπαση της άμυνας και την κύκλωσή του από τις καταφανώς υπέρτερες δυνάμεις του Τούρκου εισβολέα. Ταγμένος μέχρι τέλους. Να βροντοφωνάζει το «Μολών Λαβέ», που αντηχεί ακόμα μέχρι σήμερα.

Το ίδιο ηρωικά ενήργησε στον αγώνα της ΕΟΚΑ, όταν ως «Γκούρας», ανέλαβε τη διοίκηση του τομέα Κυθραίας τις παραμονές των Χριστουγέννων του 1958.

Το ίδιο και στις διακοινοτικές συγκρούσεις, όταν βρέθηκε να μάχεται στην πρώτη γραμμή του αγώνα άμυνας και υπεράσπισης της Λευκωσίας.

Κυρίες και κύριοι,

 

Σήμερα, ανασύρουμε από τη μνήμη, τις μαύρες αναμνήσεις από την πολυκύμαντη ιστορία του τόπου μας. Γυρίζουμε νοερά το βλέμμα στην καμένη και αιματοβαμμένη γη της Τυλληρίας και όσα επώδυνα ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια, μέχρι το προδοτικό πραξικόπημα τις 15 Ιουλίου 1974 και τη βάρβαρη τουρκική εισβολή.

Περιδιαβαίνουμε στην αγαπημένη θάλασσα της Κερύνειας, στα κρυφά περιγιάλια της «Αχαιών Ακτής», στην χρυσή αμμουδιά της Αμμοχώστου, στον απέραντο σιτοβολώνα της Μεσαορίας, στην καταπράσινη Μόρφου και στα κάστρα του Πενταδακτύλου.

Η ιστορική μνήμη ανάλγητη κι αμείλικτη, ακουμπάει τις ανεπούλωτες ακόμα πληγές μας και επιβεβαιώνει πως στους πιο σκοτεινούς και ταραγμένους καιρούς πάντοτε θα υπάρχουν αυτοί που θα σηκώσουν στους ώμους τους την ευθύνη όλων.

Mε σεβασμό υποκλινόμαστε, λοιπόν, μπροστά στις ηρωικές μορφές των πεσόντων μας.

Σ’ αυτούς που δεν παρέμειναν άπραγοι, περιχαρακωμένοι στον φόβο, στην απάθεια, αλλά και την πίκρα για όσα προηγήθηκαν. Σ΄ αυτούς που κατεδαφίζοντας τα τείχη της προσωπικής και οικογενειακής τους ασφάλειας, έβαλαν πλώρη για τις άγνωστες θάλασσες των προκλήσεων.

Η θαρραλέα τους στάση και το ανεξάντλητο ψυχικό σθένος συνήργησαν με τη σύνεση και επιστεγάστηκαν από τον ηρωικό τους θάνατο.

 

Κυρίες και κύριοι,

 

Μετά την ίδρυσή της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1960, οι έντονες αντιπαραθέσεις ανάμεσα στις δύο κοινότητες, ένεκα του τουρκικού σχεδιασμού υπονόμευσης του κράτους και διχοτόμησης της Κύπρου, σε συνδυασμό όμως και με δικά μας σοβαρά λάθη, οδήγησαν στις διακοινοτικές ταραχές και σε επεισόδια, τα οποία από τον Δεκέμβριο του 1963, αρχικά από τη Λευκωσία, εξελίχθηκαν ραγδαία σε ένοπλες συγκρούσεις, που επεκτάθηκαν σε όλο το νησί.

Τέσσερα χρόνια αργότερα, τον Αύγουστο του 1964 η μόλις δύο μήνες πριν συσταθείσα Εθνική Φρουρά, συνεπικουρούμενη από δυνάμεις εθελοντών, κατέβαλε υπεράνθρωπες προσπάθειες για να αποσοβήσει τον κίνδυνο επέκτασης του θύλακα των Κοκκίνων, που θα οδηγούσε το Κράτος σε παράλυση. Η Τουρκία απάντησε με αεροπορικούς βομβαρδισμούς στη μαρτυρική Τηλλυρία, σκορπίζοντας αδιακρίτως τον θάνατο και την καταστροφή.

Μέχρι το 1974, ακολούθησε μια ερεβώδης δεκαετία με συνέχιση των συγκρούσεων, αλλά και με την ανάδυση εσωτερικών καταχθόνιων δολοπλοκιών υπονόμευσης του Κυπριακού Κράτους, με τραγικό επακόλουθο το προδοτικό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου και τη βάρβαρη τουρκική εισβολή που το ακολούθησε.

Οι Κύπριοι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί ήρθαν αντιμέτωποι με τον όλεθρο του πολέμου.

Παρά τις σημαντικές δυσχέρειες, παρά το καταρρακωμένο ηθικό και τις καταφανείς ελλείψεις σε εξοπλισμό, υλικά και μέσα, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, τίμησαν τον όρκο που έδωσαν και κατέβαλαν κάθε δυνατή προσπάθεια απόκρουσης της τουρκικής επιθετικής ενέργειας.

Προδομένοι και αβοήθητοι, έγραψαν σελίδες ανδρείας, απέναντι στις σαφώς υπέρτερες δυνάμεις του Τούρκου εισβολέα.

Τα χρόνια μετά την καταστροφή του 1974, οι Κύπριοι και οι εξ Ελλάδος αξιωματικοί και υπαξιωματικοί ανέλαβαν την ευθύνη για τη ριζική αναδιοργάνωση της Εθνικής Φρουράς και την κατάρτιση και εκπαίδευση του προσωπικού της.

Σε αυτή την προσπάθεια, μέχρι και σήμερα, πολλοί ήσαν αυτοί που  έχασαν τη ζωή τους εν ώρα υπηρεσίας, αφήνοντας τα όνειρα και τις προσδοκίες τους ανεκπλήρωτα.

Τα ονόματά τους, πλάι σ΄ αυτά των πεσόντων ηρώων μας, κοσμούν τις χρυσές δέλτους της προσφοράς προς την πατρίδα.

Σεβαστοί οικείοι όσων μνημονεύουμε,

Φίλες και φίλοι,

Από τον ιερό τούτο χώρο όπου τιμούμε τη μνήμη των ανθρώπων που τάχθηκαν να υπερασπιστούν την πατρίδα καλούμαστε να αναλογιστούμε τη δική μας ευθύνη.

Έχουμε καθήκον και υποχρέωση να συνεχίσουμε να βαδίζουμε στον δρόμο που χάραξαν οι ήρωές μας.

Στον δρόμο που χάραξαν με τη θυσία τους ο Ανδρέας Αρέστη, ο Χρήστος Φώτη και πολλοί άλλοι, οι οποίοι διάβηκαν την πύλη της αθανασίας πέφτοντας ηρωικά μαχόμενοι, τιμώντας τον όρκο που έδωσαν για υπεράσπιση των ιερών και οσίων της πατρίδος.

Αντλώντας το μήνυμα της θυσίας τους, υποκλινόμαστε στις άφθαρτες, αγέραστες μορφές τους και δηλώνουμε απερίφραστα ότι με την ίδια πίστη και την ίδια θέληση θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε μέχρι την επίτευξη των υπέρτατων εθνικών μας στόχων.

Της άρσης της κατοχής.

Της απόσυρσης των τουρκικών στρατευμάτων.

Της απελευθέρωσης και επανένωσης της πατρίδας μας.

Για την επίτευξη αυτών των στόχων εργάζεται μεθοδικά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Χριστοδουλίδης.

Για την επίτευξη αυτών των στόχων οφείλουμε να μην επαναλάβουμε λάθη του παρελθόντος. Με ομοψυχία και ενότητα να αντιμετωπίσουμε τις σύγχρονες προκλήσεις, προκειμένου να άρουμε το αδιέξοδο και μέσα από τη διαδικασία ενός έντιμου διαλόγου, να δημιουργήσουμε τις συνθήκες που θα οδηγήσουν στη λύση του κυπριακού προβλήματος.

Η παρούσα στρεβλή κατάσταση πραγμάτων δεν αποτελεί το μέλλον που επιθυμούμε να προσφέρουμε στην πατρίδα και τον λαό μας.

Η απελευθέρωση και επανένωση της πατρίδας μας αποτελεί το ανεκπλήρωτο χρέος και καθήκον που έχουμε απέναντι στους ήρωές που μνημονεύουμε σήμερα και σε όλους όσοι χάθηκαν στους εθνικούς αγώνες για ελευθερία.

Τιμή και δόξα στα μέλη του Κυπριακού Στρατού που μνημονεύουμε σήμερα.

Αιωνία ας είναι η μνήμη των αποθανόντων και πεσόντων εν ώρα καθήκοντος συνανθρώπων μας και είθε να εισακουστούν οι προσευχές μας στον Ύψιστο για διακρίβωση της τύχης όλων των αγνοουμένων μας.