«Ανδρείος ο περί τον καλόν θάνατον αδεής» μας υποδεικνύει ο κορυφαίος Έλληνας φιλόσοφος της αρχαιότητας Αριστοτέλης.

Ανδρείος, δηλαδή, είναι αυτός που δεν αισθάνεται φόβο μπροστά στον τιμημένο θάνατο. Αναγνωρίζει τον κίνδυνο, αλλά δεν διστάζει.

Λόγια που στη λεβεντογέννα κοινότητα της Πάχνας έγιναν πράξη.

Λόγια που για δεκαετίες αναδύονται μέσα από τη θυσία των ηρώων της, διαμορφώνοντας το εθνικό πνεύμα των κατοίκων της.

Οι ήρωες που τιμούμε σήμερα είναι όλοι παιδιά της Πάχνας, παιδιά της αγροτιάς, του μεροκαμάτου, του καθημερινού μόχθου και της βιοπάλης.

Άνθρωποι απλοί, που μεγάλωσαν κρατώντας τα εξαπτέρυγα στις εκκλησιές και τα ξωκκλήσια της, που μετάλαβαν από το άγιασμα της Αγίας Μαρίνας, που όντας παιδιά έτρεχαν στους αμπελώνες και έπαιζαν στους νερόμυλους και στα αλώνια της κοινότητας.

Άνθρωποι που όταν απαιτήθηκε δήλωσαν βροντερά παρόντες στο κάλεσμα της πατρίδας και αγωνίστηκαν μέχρις εσχάτων υπερασπίζοντας τον τόπο που τους γέννησε.

Μπροστά σ’ αυτούς τους ανθρώπους, που την ώρα που η φωτιά έκαιγε μέτρησαν το μπόι τους με την ελληνική λεβεντιά και την μακραίωνη ελληνική ιστορία, κλίνουμε σήμερα ευλαβικά το γόνυ και καταθέτουμε στέφανα τιμής και αιώνιας ευγνωμοσύνης.

«Για τους μεγάλους, για τους ελεύθερους, για τους γενναίους, τους δυνατούς, αρμόζουν τα λόγια τα μεγάλα, τα ελεύθερα, τα γενναία, τα δυνατά», μας υποδεικνύει ο ποιητής μας Νίκος Εγγονόπουλος.

Για μεγάλους, γενναίους, ελεύθερους ανθρώπους θα αναφερθούμε σήμερα.

Ανθρώπους που έκαναν υπερήφανους τις οικογένειες και τον τόπο που τους γέννησε, τους ανάγιωσε και τους έρανε με τα νάματα της ορθόδοξης πίστης.

Ανθρώπους που επιβεβαίωσαν το ιερό τρίπτυχο λέξεων ρηθέν υπό του Περικλέους «Το εύδαιμον το ελεύθερον, το δ’ ελεύθερον το εύψυχον».

Ανθρώπους που το ήθος τους, όπως μας υπομνύει ο Ηράκλειτος, όρισε εν τέλει τη συμπεριφορά και τις πράξεις τους.

Και όπως «οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά», όπως πολύ εύγλωττα μας διδάσκει ο Σεφέρης, έτσι κι αυτοί δεν προσδόκησαν σε κανένα αντάλλαγμα, δεν ανέμεναν ίδιον όφελος.

Αρχίζοντας από το άγνωστο, πορεύθηκαν στο άγνωστο, ακολουθώντας τις προσταγές της συνείδησης, του χρέους και της ευθύνης έναντι στον συνάνθρωπο και την πατρίδα.

 

Κυρίες και κύριοι,

 

Ο Πανίκος Συμεού,  γεννήθηκε στην Πάχνα στις 8 Σεπτεμβρίου 1936, στην οικογένεια του Συμεών Συμεού και της Μυριάνθης Αθηνάκη, με αδέρφια την Έλλη, τον Ανδρέα και τη Χρυστάλλα.

 

Αφού ολοκλήρωσε τη φοίτησή του στο δημοτικό σχολείο της κοινότητας, ασχολήθηκε με την αμπελοκαλλιέργεια.

 

Συμμετείχε από πολύ νεαρή ηλικία με ενεργό τρόπο στα κοινά, πρωτοστατώντας στην ίδρυση της Νέας Συντεχνίας Πάχνας και της πρώτης ποδοσφαιρικής ομάδας του χωριού.

 

Ο αγώνας του 1955 - 59 τον βρήκε έτοιμο. Στις αρχές του 1956 έδωσε τον όρκο και εντάχθηκε στην ΕΟΚΑ.

 

Γνώριζε βαθιά μέσα του ότι η επιλογή του αυτή ενείχε κινδύνους και ότι η αποστολή που αναλάμβανε αποτελούσε ενδεχομένως ακατόρθωτο άθλο.

 

Η αποφασιστικότητα όμως και η πίστη του στο δίκαιο του Αγώνα ήταν αξεπέραστες.

 

Έλαβε μέρος στην επίθεση εναντίον του αστυνομικού σταθμού Πάχνας, σε ανατινάξεις του συστήματος ύδρευσης Επισκοπής και σε επιθέσεις της ΕΟΚΑ στις Κιβίδες και στην Κισσούσα.

Ακολούθως συνδέθηκε με την αντάρτικη ομάδα της περιοχής του. Λόγω της πλούσιας δράσης του καταζητήθηκε από τους Άγγλους και το Νοέμβριο του 1958 συνελήφθη. Ανακρίθηκε και υποβλήθηκε σε βασανιστήρια. Τα χαράματα της 25ης Νοεμβρίου 1958, και υπό την απειλή όπλων, οδηγήθηκε στη Λεμεσό, με την ελπίδα ότι θα τους υποδείξει χώρο στον οποίο η Οργάνωση είχε αποκρύψει οπλισμό.

Επί της οδού 28ης Οκτωβρίου, αφού διέλαθε της προσοχής των Άγγλων, κατάφερε να εξέλθει του οχήματος. Ενώ απομακρυνόταν δέχθηκε τα φονικά πυρά των Άγγλων στρατιωτών και των Τούρκων επικουρικών αστυνομικών που τον συνόδευαν.

Η κηδεία του, που τελέστηκε το ίδιο βράδυ, μετατράπηκε σε συλλαλητήριο ελευθερίας.

Οι συγγενείς και φίλοι άδοντας τον Εθνικό Ύμνο, τον συνόδευσαν, ως ήρωα μεταξύ ηρώων, στην πορεία του προς την αιωνιότητα.

Ο Νίκος Σοφοκλέους, γεννήθηκε το 1938 στην Πάχνα. Ήταν μόλις 17 ετών όταν, εν αγνοία της πολύτεκνης οικογένειάς του, εντάχθηκε στην ΕΟΚΑ, δρώντας ως μέλος του εκτελεστικού Λεμεσού. Τον Σεπτέμβριο του 1956, κατά τη διάρκεια επιχείρησης πυροβολήθηκε από Άγγλο στρατιώτη και τραυματίστηκε στο κεφάλι. Αφού μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Ακρωτηρίου, όπου του παρασχέθηκε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, νοσηλεύτηκε υπό αυστηρή παρακολούθηση για περίπου δύο μήνες. Μετά την αποθεραπεία του συνελήφθη και ανακρίθηκε από τους Άγγλους, χωρίς όμως να λυγίσει. Λίγους μήνες αργότερα, αποφασίστηκε η καταδίκη του σε θάνατο διά απαγχονισμού.

Στο κελί των Κεντρικών Φυλακών, ως μελλοθάνατος, είχε την ισχυρή και ακλόνητη πεποίθηση ότι η θυσία του για την ελευθερία της Κύπρου αποτελούσε την εκπλήρωση του ιερού χρέους προς την πατρίδα.

Το ικρίωμα της αγχόνης, που λίγο απείχε από το κελί του, δεν τον τρόμαζε.

Εν τέλει με απόφαση της Βασίλισσας η ποινή που του επιβλήθηκε μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη.

Μετά την εξέλιξη αυτή, μαζί με άλλους καταδικασθέντες μεταφέρθηκε σε φυλακές στη Σκωτία, όπου και παρέμεινε μέχρι τον Μάρτιο του 1959 και ακολούθως, μετά την υπογραφή των Συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου, αποφυλακίστηκε και εξορίστηκε στη Ρόδο, μέχρι την εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Κατά τα πρώτα χρόνια του νεοϊδρυθέντος κυπριακού κράτους, υπηρέτησε στην Αστυνομική Δύναμη Κύπρου. Κατά τη διάρκεια των διακοινοτικών ταραχών του 1963, έσπευσε εκ νέου να  λάβει μέρος στον αγώνα υπεράσπισης  της νομιμότητας.

Το νήμα της ζωής του κόπηκε άδοξα το 1971 σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα.

Σήμερα μνημονεύουμε επίσης τον Λοχία Καταδρομέα Ευμένιο Παναγιώτου. Ο Ευμένιος γεννήθηκε το 1946, στην Πάχνα. Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο της κοινότητας και ακολούθως στο Λανίτειο γυμνάσιο. Μετά το πέρας της φοίτησής του στη μέση εκπαίδευση, κατατάχθηκε στην Εθνική Φρουρά και υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία στις Δυνάμεις Καταδρομών, στην 32η Μοίρα.

Το ήθος, η λεβεντιά, η αποφασιστικότητα και ο άμεμπτος χαρακτήρας του ήταν τα ιδιαίτερα γνωρίσματα που τον διέκριναν.

Συμμετείχε στις επιχειρήσεις της Κοφίνου, στις 15 Νοεμβρίου του 1967 και αποτέλεσε τον μοναδικό πεσόντα κατά τη διάρκεια των μαχών που δόθηκαν στην περιοχή. Μετά από σκληρή μάχη για την κατάληψη του υψώματος 124, βορειοδυτικά της Κοφίνου, τουρκικό βόλι τον έπληξε θανάσιμα. Ευθυτενής κι αγέρωχος ο Ευμένιος Παναγιώτου, ανέβηκε τα σκαλιά της αθανασίας, και έλαβε τη θέση του ανάμεσα στους πεσόντες υπερασπιστές της πατρίδα μας. Στον χώρο της θυσίας του ανεγέρθηκε μνημείο, αφιερωμένο σε όλους τους καταδρομείς που έπεσαν στα πεδία των μαχών της Κύπρου. Προς τιμής του το Στρατόπεδο της Εθνικής Φρουράς στα Πολεμίδια φέρει το όνομά του.

Κατά την τουρκική εισβολή, το μαύρο καλοκαίρι του 1974, ο Κυριάκος Στυλιανού Θουκή ανταποκρίθηκε κι αυτός με τη σειρά του στο κάλεσμα της πατρίδας.

Έσπευσε ως έφεδρος κι έδωσε το παρών του μαζί με τους άλλους εύψυχους καταδρομείς της 33ης Μοίρας. Μαζί μ’ αυτούς που ενώ γνώριζαν πολύ καλά ότι θα αντιμετωπίσουν τις υπέρτερες δυνάμεις του βάρβαρου εισβολέα, με απαράμιλλη τόλμη και αποφασιστικότητα, βρέθηκαν να μάχονται στο καμίνι του πολέμου που προκάλεσε η τουρκική εισβολή.

Οι Μοίρες Καταδρομών της Εθνοφρουράς έλαβαν διαταγή να εφαρμόσουν το «Σχέδιο ΛΑΒΙΔΑ». Προέβλεπε την κατάληψη των υψωμάτων του Πενταδακτύλου, που περιέβαλλαν τη διάβαση της Αγύρτας, με σκοπό την καταστροφή των τουρκικών φυλακίων και την αποτροπή σύνδεσης του προγεφυρώματος των δυνάμεων απόβασης με τον τουρκοκυπριακό θύλακα του Κιόνελι.

H 33η Μοίρα, το απόγευμα της 20ης Ιουλίου προωθήθηκε στους χώρους διασποράς, που αποτελούσαν το σημείο εκκίνησης της νυκτερινής ενέργειας με στόχο τα υψώματα Πετρομούθκια, Πύργος Παυλίδη, Γκαμήλα και Άγιος Ιλαρίωνας. 

Στις 11 το βράδυ άρχισε η επιχείρηση. Μετά από τρείς ώρες καταιγιστικών μαχών, το πρωί της επόμενής μέρας, τα 2 πρώτα υψώματα είχαν καταληφθεί. Επόμενος στόχος ο Άγιος Ιλαρίωνας, ο οποίος μέχρι τις πρωινές ώρες τέθηκε υπό την κατοχή των θαρραλέων καταδρομέων.

Και ενώ όλοι ανέμεναν την αντικατάστασή τους με Μονάδες Πεζικού, όπως δηλαδή προβλεπόταν και στα σχέδια, αυτό δεν έγινε ποτέ. Το φως της επόμενης ημέρας βρήκε τους Καταδρομείς να αμύνονται απέναντι στη σφοδρότατη επίθεση του ενισχυμένου πλέον με τμήματα ειδικών δυνάμεων Τούρκου εισβολέα.

Όταν η στάθμη των πυρομαχικών άρχισε να πέφτει επικίνδυνα, και οι Τούρκοι συνέχιζαν να ενισχύονται με επιπλέον δυνάμεις, δόθηκε διαταγή απαγκίστρωσης και επιστροφής στους χώρους διασποράς.

Ακολούθησαν λυσσαλέες μάχες και καταιγισμός πυρών από τους Τούρκους. Έκτοτε η τύχη του Κυριάκου Στυλιανού Θουκή αγνοείτο. Για τέσσερις σχεδόν δεκαετίες η οικογένειά του ζούσε με αγωνία και πόνο το δράμα της απουσίας του. Μέχρι που, τριάντα επτά χρόνια μετά, στο πλαίσιο του προγράμματος εκταφών της Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων τα οστά του εντοπίστηκαν σε ομαδικό τάφο στην περιοχή του Μπέλλαπάις και μετά την ταυτοποίηση δόθηκαν στους οικείους του για να ταφούν με τις προσήκουσες τιμές.

Στις 17 Απριλίου 2011, ο Κυριάκος Στυλιανού Θουκή επέστρεψε στη γενέτειρά του και τάφηκε με τιμές ήρωα.

Ο πέμπτος ήρωας που σήμερα τιμούμε, ο Ιορδάνης Ιορδάνου, γεννήθηκε το 1940.

Συναισθανόμενος την ευθύνη και την υποχρέωση απέναντι στην οικογένειά του, μετά την ασθένεια και τον πρόωρο θάνατο του πατέρα του, αποτέλεσε δεύτερο πατέρα για τις αδελφές του.

 Ο νεαρός Ιορδάνης, αντί να χαρεί τα νιάτα και την ανεμελιά τους, αναγκάστηκε να σηκώσει στους νεανικούς του ώμους το βάρος ολόκληρης της οικογένειας.

Όπως έπραξε το 1963, στις διακοινοτικές συγκρούσεις, έτσι και το 1974, έσπευσε ταχέως να παρουσιαστεί ως έφεδρος στο 203 Τάγμα Πεζικού και να υπηρετήσει την πατρίδα.

Στην κόλαση της μάχης, που έλαβε χώρα κατά την επιχείρηση εξουδετέρωσης τουρκοκυπριακού θύλακα στη Λεμεσό,  σε μια μοναδική εκδήλωση αυταπάρνησης και αυτοθυσίας, καθώς προσέτρεξε να βοηθήσει πληγωμένο συμπολεμιστή του, έπεσε νεκρός από σφαίρα που τον έπληξε στο κεφάλι.

Η πράξη του τον ανέβασε στα επουράνια, εντάσσοντάς τον επάξια στους ήρωες προασπιστές της πατρίδας μας.

Κυρίες και κύριοι,

 

Το μνημείο ηρώων της κοινότητας, στο οποίο σε λίγο θα καταθέσουμε στέφανα τιμής και ευγνωμοσύνης, θα μας θυμίζει παντοτινά το μέγεθος της προσφοράς τους.

Από τα ανέφελα ύψη, όπου βρίσκονται, ο Πανίκος, ο Νίκος, ο Ευμένιος, ο Κυριάκος και ο Ιορδάνης, μας κατοπτεύουν και αναμένουν να φανούμε αντάξιοι της θυσίας τους.

Να μη περιοριστούμε σε ένα απλό μνημόσυνο, σε μια απλή υπόμνηση του ηρωισμού τους.

Να αντλήσουμε τα μηνύματα και συναισθανόμενοι πλήρως το δικό μας χρέος έναντι της ιστορίας, να πράξουμε ό,τι είναι δυνατόν για να επιτύχουμε τον υπέρτατο εθνικό μας στόχο.

Ανανεώνουμε λοιπόν σήμερα την υπόσχεσή μας προς τους ήρωες και την πατρίδα μας.

Δεν θα αποστρατευτούμε από τον αγώνα μέχρι τη άγια ημέρα της απελευθέρωσης και απαλλαγής από την τουρκική κατοχή.

Μέχρι την ημέρα επανένωσης της πατρίδας μας σε συνθήκες ασφάλειας, ελευθερίας και ειρήνης για όλους τους νόμιμους κάτοικους του νησιού.

Προς αυτή την κατεύθυνση είναι που συστηματικά και άοκνα εργάζεται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Χριστοδουλίδης.

 Προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει με ομοψυχία και αίσθημα ευθύνης, να στραφούμε.

Με σύμπνοια, ρεαλισμό και ορθολογισμό, οφείλουμε να ανταποκριθούμε στις σύγχρονες προκλήσεις, προκειμένου να πετύχουμε άρση του παρατεταμένου αδιεξόδου και μέσα από τη διαδικασία των συνομιλιών να καταλήξουμε στην πολυπόθητη λύση του κυπριακού προβλήματος.

Δεν πρόκειται να συμβιβαστούμε στη στρεβλή κατάσταση πραγμάτων που υφίσταται.

Δεν αποτελεί το μέλλον που θέλουμε για την πατρίδα μας. Το μέλλον για τα παιδιά μας.

Η ανατροπή του απαράδεκτου status quo και η απελευθέρωση της πατρίδας μας είναι το ανεκπλήρωτο χρέος μας απέναντι στους ήρωές που μνημονεύουμε σήμερα και σε όλους όσοι χάθηκαν στους αγώνες για ελευθερία.

Τιμή και δόξα στους ήρωες της κοινότητας Πάχνας. Τιμή και δόξα στους ήρωες της Κύπρου.

Αιωνία θα είναι η δόξα που τους συνοδεύει.