Με αισθήματα βαθιάς συγκίνησης και εθνικής υπερηφάνιας    συγκεντρωθήκαμε σήμερα εδώ, στον Ιερό Ναό Αγίου Μηνά, στο Νέο Χωριό Πάφου, για να αποτίσουμε, με τον προσήκοντα σεβασμό, τον ελάχιστο φόρο τιμής σε τρία ηρωικά τέκνα της κοινότητας.

Σήμερα πολιτεία και εκκλησία τιμούμε όπως τους αξίζει,  τον Βάσο Παναγή, τον Γεώργιο Αναστάση και τον Γεώργιο Στυλιανού, που θυσίασαν τη ζωή τους υπέρ της ελευθερίας της πατρίδας μας, κατά τη διάρκεια του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ του 1955 – 59.

Τρείς εύψυχοι λεβέντες πατριώτες, άνθρωποι της καθημερινότητας, τρείς ξεχωριστοί ήρωες που παρέμειναν για πάντα νέοι κι αγέραστοι στις καρδιές και στη σκέψη του Κυπριακού Ελληνισμού, τρία παλικάρια που όρθωσαν το μπόι τους απέναντι στο άδικο και τη σκλαβιά κι απέδειξαν πως η απόκτηση της ελευθερίας απαιτεί τόλμη, αγώνα και θυσίες.

«Θέλει νεκροί χιλιάδες να ’ναι στους τροχούς, θέλει κι οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα τους», μας υποβάλλει στο «Άξιον Εστί» ο νομπελίστας ποιητής μας Οδυσσέας Ελύτης.

 

Αυτή είναι η μοίρα του Έλληνα, διαμέσου των αιώνων.

 

Να παλεύει… να αγωνίζεται… να πεθαίνει… να θυσιάζεται… για τη δικαιοσύνη και τη λευτεριά. Για τα ιδανικά, τις αρχές και τι αξίες του Ελληνισμού.

Να θρηνεί σπαρακτικά τους νεκρούς του, να λαβώνεται, αλλά να σηκώνει ξανά το κεφάλι και να αγωνίζεται.

«[…] μονάχος κι αβοήθητος της λευτεριάς ταμένος […]» να μάχεται στην αέναη αναζήτηση και υπεράσπιση της ελευθερίας και της πατρίδας.

Ο παλλόμενος πατριωτικός λόγος του διανοούμενου αγωνιστή Κυριάκου Μάτση, στην επιστολή που έγραψε στους γονείς του, παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1958, μεταδίδει με κάθε λεπτομέρεια, την βαθύτατη ανάγκη του κυπριακού λαού για ελευθερία και αυτοδιάθεση.

«Πιστεύομεν ότι κάθε θυσία μας δεν πηγαίνει άδικα κι εσείς πρέπει να είσαστε περήφανοι για μάς. Αν ο καλός Θεός μας επιφυλάσσει τη λαμπρά τύχη να δώσομε τη ζωή μας για την πατρίδα, τότε η χαρά σας πρέπει να είναι απέραντη. Δεν ξέρω αν μπορεί να ονειρευτεί ένας άνθρωπος καλύτερη τύχη από αυτή. Και δεν μπορώ να σκεφτώ γονείς που να είναι πιο περήφανοι, παρά για τα παιδιά τους που έπεσαν για την πατρίδα».

Ταυτόχρονα ο λεβέντης της Πάφου, Ευαγόρας Παλληκαρίδης εξέφραζε με τους στίχους του την ανάγκη των Ελλήνων της Κύπρου για ελευθερία. «Για σένα, Κύπρο αθάνατη, Πατρίδα σκλαβωμένη, Θα δώσω απ' το αίμα μου Κάθε σταλαματιά...για να σε δω ελεύθερη, και χιλιοδοξασμένη δε θα διστάσω, Κύπρο μου, να πέσω στη φωτιά»

 

Κυρίες και κύριοι,

 

Ο αγώνας της ΕΟΚΑ του 1955 αποτέλεσε για τον Ελληνισμό της Κύπρου, μια ιστορική υπέρβαση που ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Τα ηρωικά επιτεύγματα των παιδιών της ΕΟΚΑ αλλά και η αναλγησία και η σκληρότητα των Βρετανών υποχρέωσαν τον διεθνή παράγοντα να στρέψει το βλέμμα του στη μικρή Κύπρο, αναζητώντας τρόπους επίλυσης του κυπριακού ζητήματος.

Σε κάθε γωνιά της κυπριακής γης, άνθρωποι απλοί, αμόρφωτοι κι απαίδευτοι στις πλείστες των περιπτώσεων, του μόχθου και της βιοπάλης, οικογενειάρχες, νέες και νέοι, απειροπόλεμα κι αμούστακα μαθητούδια, γαλουχημένοι με τα νάματα της ορθοδοξίας και της Ελλάδας, κάνοντας λάβαρο την πίστη στον αγώνα της ΕΟΚΑ, ξεχύνονταν αυθόρμητα στους δρόμους, ή οργανώνονταν σε εκτελεστικές ή αντάρτικες ομάδες ακολουθώντας τη βαθύτατη εσωτερική επιθυμία τους για ελευθερία, αυτοδιάθεση και ένωση με την Ελλάδα.

Μια κραυγή από τα βάθη της ιστορίας καλούσε τους Έλληνες της Κύπρου σε αγώνα μέχρις εσχάτων για αποτίναξη του αγγλικού ζυγού.

Αυτό το εκκωφαντικό πατριωτικό κάλεσμα δεν τους άφησε απαθείς.

Παρά τις δυσχέρειες, παρά τις κακουχίες. Παρά την παντελή έλλειψη πολεμικών γνώσεων και στρατιωτικού εξοπλισμού.

Παρά την υπεροπλία των Βρετανών.

Για τον δοκιμαζόμενο κυπριακό λαό αυτά τα προβλήματα πολύ λίγη σημασία είχαν. Δεν άντεχε να υπομένει την αδικία που συντελούνταν σε βάρος του.

Δεν λύγισε, δεν γονάτισε και δεν δείλιασε ούτε μια στιγμή.

Συνειδητά συνεπαρμένος από τον πόθο για ελευθερία και από τις εθνικές μας αξίες, επέλεξε τον δρόμο της ευθύνης, του αγώνα, της τιμής και του καθήκοντος.

Με μοναδικά εφόδια τον όρκο της ΕΟΚΑ, το κατευόδιο από τις οικογένειες, την αγκαλιά της μάνας και την ευχή του πατέρα, ανέβαιναν αντάρτες στα βουνά, έτοιμοι εάν απαιτηθεί να προσφέρουν ό,τι πιο ιερό, την ίδια τους τη ζωή, για την προάσπιση των αρχών και αξιών του Ελληνισμού και για την ελευθερία και αυτοδιάθεση της Κύπρου.

Άνθρωποι σαν κι αυτούς ήταν οι τρεις νέοι που μνημονεύουμε σήμερα. Αγέρωχοι, και εύψυχοι όπως αρμόζει στους ελεύθερους Έλληνες.

Κυρίες και κύριοι,

 

Ο Βάσος Παναγή γεννήθηκε στο Νέο Χωρίο, στις 17 Φεβρουαρίου 1929. Ολοκληρώνοντας το δημοτικό σχολείο ρίχτηκε στον αγώνα της βιοπάλης άλλοτε ως βοσκός και άλλοτε ως εργάτης. Με την έναρξη του αγώνα εντάχθηκε στις τάξεις της ΕΟΚΑ, αποτελώντας μέλος ομάδας κρούσης του Νέου Χωριού.

Στην ομάδα αυτή δραστηριοποιήθηκε και ο Γιώργος Αναστάση, ο οποίος γεννήθηκε το 1933. Μετά την αποφοίτησή του από το δημοτικό σχολείο εργάστηκε ως ψαράς. Εντάχθηκε από τους πρώτους στον Αγώνα, ως τροφοδότης και οδηγός των ανταρτών της περιοχής.

Και στους δύο αγωνιστές ανατέθηκαν καθήκοντα απόκρυψης και διανομής εκρηκτικού υλικού, το οποίο μαζί με άλλους συναγωνιστές μετέφεραν μετά από επεξεργασία οβίδων που περισυνέλλεγαν από την περιοχή «Αρναούτης» του Ακάμα, η οποία χρησιμοποιείτο από τους Άγγλους, ως πεδίο βολής του Βρετανικού Ναυτικού, κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Συμμετείχαν επίσης σε αποστολές δολιοφθοράς εναντίον Άγγλων σε ενέδρες και βομβιστικές επιθέσεις.

Ο τρίτος και νεαρότερος ήρωας, ο Γιώργος Στυλιανού, γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου 1938. Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο και μέχρι την τέταρτη τάξη του Γυμνασίου Πόλεως Χρυσοχούς, όπου και διέμενε. Από μικρός ήταν ενθουσιώδης και ξεχώριζε για το θάρρος και τη λεβεντιά του.

Εντάχθηκε, όντας έφηβος στην ΕΟΚΑ και ανέπτυξε πλούσια δράση. Συνδέθηκε αρχικά με την αντάρτικη ομάδα της περιοχής του και στη συνέχεια, κατόπιν εντολής του τομεάρχη του, ανέλαβε ως επικεφαλής στην ομάδα κρούσεως του χωριού του.   

Στις 4 Νοεμβρίου του 1956, οι τρείς νέοι, οργάνωσαν ενέδρα σε μικρή φάλαγγα που μετέφερε στο Νέο Χωριό Άγγλους στρατιώτες, συνοδευόμενους από Τούρκους ειδικούς αστυνομικούς. Μετά την ακινητοποίηση του δεύτερου οχήματος της φάλαγγας, με πυροδότηση ηλεκτρικής νάρκης, και τη ρίψη δύο χειροβομβίδων, ακολούθησε καταδίωξή τους από τους Άγγλους στρατιώτες. Στην ανταλλαγή πυρών τραυματίστηκε στο πόδι  ο επικεφαλής της ομάδας, Γεώργιος Στυλιανού. Οι δύο συναγωνιστές του που έσπευσαν να τον βοηθήσουν καθηλώθηκαν και συνελήφθησαν. Τον Γιώργο Στυλιανού αποτελείωσαν με πυροβολισμούς στο κεφάλι, ενώ στη συνέχεια με λογχισμούς σκότωσαν τους δύο άλλους αγωνιστές του Νέου Χωρίου.

Κατακρεουργημένους τους μετέφεραν στο χωριό τους, όπου υποχρέωσαν τους κατοίκους να συγκεντρωθούν και να παρακολουθήσουν το φρικτό θέαμα νέων πυροβολισμών στα άψυχα σώματά τους. Στη συνέχεια, αφού τους έδεσαν στα οχήματα, τους έσυραν διαπομπεύοντάς τους στους δρόμους του χωριού, αλλά και στην Πόλη της Χρυσοχούς.

Η ηρωική θυσία των παιδιών της κοινότητάς σας συγκλόνισε το Παγκύπριο.

Η αισχρή και απάνθρωπη συμπεριφορά των Άγγλων στρατιωτών απέναντι στους νεκρούς και στον άμαχο πληθυσμό χαλύβδωσε την πίστη και τη θέληση για συνέχιση και ολοκλήρωση του αγώνα.

Κυρίες και κύριοι,

Ελληνίδες και Έλληνες,

Οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά, μας υποβάλλει ο αείμνηστος Γιώργος Σεφέρης. Δεν λογαριάζουν τον κίνδυνο, δεν προσδοκούν σε ανταλλάγματα. Αρχίζουν από το άγνωστο και φθάνουν στο άγνωστο.

Σήμερα, μετά από εφτά σχεδόν δεκαετίες από την έναρξη του Αγώνα της ΕΟΚΑ, επιμετρώντας το μέγεθος της προσφοράς και της θυσίας των ηρώων μας, το σθένος και την αποφασιστικότητά τους, καλούμαστε να αναλογιστούμε και το δικό μας χρέος έναντι της μαρτυρικής μας πατρίδας.

Υπερβαίνοντας διχαστικές αντιθέσεις και αναχρονιστικά σύνδρομα του παρελθόντος, με σύμπνοια, ενότητα, ρεαλισμό και ορθολογισμό, οφείλουμε να σταθούμε αντάξιοι των θυσιών των ηρωικών μας προγόνων.

Με το σημερινό μνημόσυνο, το οποίο αποτελεί αναντίλεκτα φόρο τιμής και αναγνώρισης προς τους τρεις ηρωικώς πεσόντες του Νέου Χωριού, ταυτόχρονα υπομνύεται και η δική μας ευθύνη.


«Μόχθων δ’ ουκ άλλος ύπερθεν ή γας πατρίας στέρεσθαι».

Δεν υπάρχει χειρότερος πόνος από τη στέρηση της πατρικής γης, μας διδάσκει ο αρχαίος τραγωδός Ευριπίδης στο έργο του «Μηδεια».

Με πόνο ψυχής, εδώ και 49 χρόνια ο κυπριακός λαός βιώνει τις ολέθριες συνέπειες της τουρκικής εισβολής και κατοχής. Η Κύπρος εδώ και μισό σχεδόν αιώνα στενάζει υπό κατοχή, αναζητώντας την τύχη των αγνοουμένων παιδιών της.

Αποτελεί καθήκον και υποχρέωσή μας να συστρατευτούμε στην κοινή προσπάθεια, στον κοινό σκοπό, προκειμένου το σημερινό παρατεταμένο αδιέξοδο να αρθεί και στο πλαίσιο ενός ειλικρινούς διαλόγου να καταλήξουμε σε λύση του κυπριακού προβλήματος.

Σε μια λύση, η οποία θα τερματίζει την κατοχή και τη διαίρεση της πατρίδας μας, θα την απελευθερώνει και θα εγγυάται ένα μέλλον προόδου, ειρήνης, ασφάλειας, συνεργασίας και αλληλοκατανόησης για το σύνολο του κυπριακού λαού.

Η παρούσα, απαράδεκτη, κατάσταση δεν αποτελεί το μέλλον της πατρίδας μας και γι’ αυτό θα αγωνιστούμε με όλες μας τις δυνάμεις μέχρι τέλους για ανατροπή της.

Αυτό ακριβώς είναι το χρέος μας απέναντι στους τρεις ήρωές που μνημονεύουμε σήμερα και σε όλους όσοι χάθηκαν για την ελευθερία και την προάσπιση της πατρίδας μας.

 

Τιμή και δόξα στους ήρωές μας.

 

Αιωνία η μνήμη τους.