Ομιλία του Υπουργού Άμυνας Μιχάλη Γιωργάλλα στην τελετή ονοματοδότησης του πάρκου «Ερμής Χριστοδούλου – Υποστράτηγος εν αποστρατεία»

«Για τους μεγάλους, για τους ελεύθερους, για τους γενναίους, αρμόζουν τα λόγια τα μεγάλα, τα ελεύθερα, τα γενναία».

Έτσι οφείλουμε, όπως μας υποβάλλει ο ποιητής μας Νίκος Εγγονόπουλος, να τιμούμε τους μεγάλους ανθρώπους, τους γενναίους, αυτούς που όρισαν ως βασικό στόχο στη ζωή τους τη διασφάλιση του πολύτιμου αγαθού της ελευθερίας και την προάσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της πατρίδας.

Αυτούς που προσέτρεξαν πρώτοι σε κάθε κάλεσμά της, πιστοί στο ιστορικό χρέος, αταλάντευτοι προασπιστές των δικαίων του τόπου μας.

Με αισθήματα βαθιάς συγκίνησης, και εθνικής υπερηφάνειας    συγκεντρωθήκαμε σήμερα εδώ, στην τελετή ονοματοδότησης του πάρκου «Ερμής Χριστοδούλου – Υποστράτηγος Εν Αποστρατεία».

Η ενεργός εμπλοκή του Ερμή Χριστοδούλου, σε όλες τις κρίσιμες στιγμές της σύγχρονης κυπριακής ιστορίας τον έχουν καταστήσει υπόδειγμα μαχητικότητας, αγωνιστικότητας και αντίστασης.

Η ανιδιοτελής προσφορά του στην πατρίδα αποτελεί ιερή παρακαταθήκη που καλεί σε ετοιμότητα, εγρήγορση και συνέχιση του αγώνα που διεξάγουμε μέχρι την άγια ημέρα της τελικής δικαίωσης της Κύπρου.

Μια παρακαταθήκη που μας καλεί να ακολουθήσουμε τον δρόμο της φιλοπατρίας, του θάρρους, της απόλυτης προσήλωσης και της πίστης στις πανανθρώπινες αξίες της ελευθερίας και δημοκρατίας.

Ο Ερμής Χριστοδούλου, γεννήθηκε στις 17 Ιουλίου του 1936, στους Άγιους Ομολογητές. Τα παιδικά του χρόνια μέχρι και την ολοκλήρωση της δημοτικής εκπαίδευσης τα πέρασε στη Λεύκα. Ακολούθως επέστρεψε στη Λευκωσία για να φοιτήσει στο Παγκύπριο Γυμνάσιο.

Ήταν η περίοδος που στην Κύπρο, ο κυπριακός Ελληνισμός, προετοιμαζόταν να πραγματοποιήσει μια ιστορική υπέρβαση, αποδεικνύοντας πως, εάν η θέληση του μικρού και αδύναμου για επιβίωση και δικαιοσύνη είναι βαθιά ριζωμένη στη ψυχή του λαού, το θεωρητικά ανέφικτο και ακατόρθωτο μπορεί να καταστεί εφικτό.

Μια χούφτα «τρελοί», όπως τους αποκαλούσαν ορισμένοι, αλλά αποφασισμένοι και παθιασμένοι με την ελευθερία Έλληνες, κατάφεραν να μετατρέψουν τον ασίγαστο πόθο για απελευθέρωση και αυτοδιάθεση σε βροντερή έκφραση αυταπάρνησης και αυτοθυσίας.

Άνθρωποι απλοί, αγράμματοι στις πλείστες των περιπτώσεων. Άνθρωποι καθημερινοί, του μόχθου και της βιοπάλης, με όνειρα και φιλοδοξίες, αμούστακα σχολιαρόπαιδα, μαθητές και μαθήτριες που συναισθανόμενοι την κρισιμότητα των στιγμών έπραξαν με γνώμονα τη βαθιά πίστη στο δίκαιο του αγώνα.

Συντρίβοντας τα σε βάρος τους αριθμητικά και στρατιωτικά δεδομένα, πορεύθηκαν ολόρθοι στον δύσβατο δρόμο, στον οποίο τους υπέβαλλε να πορευθούν η ανόθευτη αγάπη τους για την  Κύπρο και την Ελλάδα.

Στον δρόμο αυτό πορεύθηκε και ο Ερμής Χριστοδούλου.

Από νωρίς έδωσε τον τιμημένο όρκο της Οργάνωσης διαδραματίζοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στις μαθητικές διαδηλώσεις που οργανώνονταν εναντίον των αποικιοκρατών, και συμμετέχοντας ενεργά σε όλες τις αποστολές που τους είχαν ανατεθεί.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η αποστολή απαγωγής του Άγγλου απόστρατου Συνταγματάρχη Κρήμερ, ελπίζοντας στην ανταλλαγή του με τον θανατοποινίτη Ανδρέα Ζάκο.

Λόγω της εμπλοκής του σε αυτήν την παράτολμη ενέργεια, συνελήφθη από τον αγγλικό στρατό και παρέμεινε ως κρατούμενος στα στρατιωτικά κρατητήρια για περίοδο τριάντα μηνών.

Μετά το τέλος του απελευθερωτικού αγώνα, το ασίγαστο πάθος του για προσφορά τον οδήγησε στην ένταξή του στον Κυπριακό Στρατό ως αξιωματικός και μετέπειτα στην Εθνική Φρουρά.

Συμμετείχε ενεργά στις πρώτες ένοπλες συγκρούσεις για διασφάλιση της νομιμότητας της νεοσύστατης Κυπριακής Δημοκρατίας, στην Ομορφίτα το 1963 και αργότερα στη Μανσούρα τον Αύγουστο του 1964, όπου και τραυματίστηκε.

Τα επόμενα χρόνια αποτέλεσαν για την Κύπρο μια σκοτεινή, ανώμαλη περίοδο που οδήγησε στην ολέθρια καταστροφή, τα αποτελέσματα της οποίας ο λαός μας βιώνει μέχρι και σήμερα.

Οι διακοινοτικές συγκρούσεις, ο αδελφοκτόνος διχασμός, οι ξένες μεθοδεύσεις, η προδοσία και το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 προσέφεραν στην Τουρκία την ευκαιρία που επιζητούσε για να υλοποιήσει τον άνομο σχεδιασμό της.

Ο μεγάλος Κύπριος σκηνοθέτης Μιχάλης Κακογιάννης στο εμβληματικό ντοκιμαντέρ του «Αττίλας ’74 – Ο βιασμός της Κύπρου», με την πιο κάτω συγκλονιστική αφήγηση αποτυπώνει την καταστροφή που συντελέστηκε στην Κύπρο.

«Στις 20 Ιουλίου η Τουρκία εισβάλλει στην Κύπρο.

Ο πρωθυπουργός Ετσεβίτ χαρακτηρίζει την εισβολή σαν μια απλή ειρηνευτική επέμβαση για την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης.

Ανενόχλητη η Τουρκική αεροπορία βομβαρδίζει πόλεις και χωριά.

Βόμβες ναπάλμ καίνε δάση και πολίτες.

Οι δρόμοι γεμίζουν πρόσφυγες που εγκαταλείπουν τα σπίτια τους […].

[…] Γυναίκες και παιδιά εγκλωβίζονται σε εκκλησίες και σχολεία.

Οι άνδρες μεταφέρονται σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως στην Τουρκία ή εξαφανίζονται … για πάντα…»

Στο ίδιο ντοκιμαντέρ, ο Λοχαγός τότε Ερμής Χριστοδούλου περιγράφει λεπτομερώς την εν ψυχρώ δολοφονική επίθεση που δέχθηκε από πραξικοπηματία αξιωματικό, στις 15 Ιουλίου 1974.

Αφού πυροβολήθηκε από κοντινή απόσταση, μεταφέρθηκε και αφέθηκε να αιμορραγεί για αρκετές ώρες σε κελί πειθαρχείου, μέχρι να διακομισθεί στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, όπου νοσηλεύτηκε. Το Σάββατο 20 Ιουλίου, ημέρα εκδήλωσης της τουρκικής εισβολής, για τη δική του  ασφάλεια, μεταφέρθηκε από τους οικείους του σε ιδιωτική κλινική.

Μετά το τέλος των επιχειρήσεων και την επούλωση των τραυμάτων που υπέστη και στα δυο του πόδια, επανήλθε στην Εθνική Φρουρά, και υπηρέτησε πιστά τη δύναμη, εκτελώντας στο έπακρο τον καθήκον προς την πατρίδα, μέχρι και την αφυπηρέτησή του, το 1996, στον βαθμό του υποστρατήγου.

Κυρίες και κύριοι,

Ο Ερμής Χριστοδούλου υπήρξε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, μέχρι και τον προ τριετίας θάνατό του, ένας αγνός αγωνιστής της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Ένας γνήσιος πατριώτης, ο οποίος επιμετρώντας τις συνέπειες, πολέμησε με σθένος, υπερασπιζόμενος τα πιστεύω του, δίχως στιγμή να διστάσει, να δειλιάσει ή να ζητήσει ανταλλάγματα για την προσφορά του.

Αυτό καταθέτουν, με ευγνωμοσύνη, σεβασμό και αγάπη, όλοι όσοι τον γνώρισαν, συνεργάστηκαν και συναναστράφηκαν μαζί του.

Σήμερα, με ιδιαίτερη συγκίνηση, ως εκτίμηση της πολυετούς προσφοράς του στην Κύπρο, ο χώρος στον οποίο βρισκόμαστε θα φέρει το όνομά του.

Θα αποτελεί πλέον μάρτυρα του έντιμου βίου του, και της ενεργού υπηρεσίας του στην πατρίδα.

Αναλογιζόμενοι το μέγεθος της προσφοράς του, με τη σειρά μας, δηλώνουμε απερίφραστα τη βούληση να συνεχίσουμε με την ίδια πίστη και την ίδια αποφασιστικότητα τον αγώνα επίτευξης του υπέρτατου εθνικού μας στόχου.

Της άρσης της κατοχής και της απελευθέρωσης και επανένωσης της πατρίδας μας.

Με τους στίχους του Νίκου Εγγονόπουλου τον χαιρετούμε εκφράζοντας την αμέριστη ευγνωμοσύνη μας.

«[…] δεν εφοβήθηκε, δε «σκιάχτηκε» που λεν, ποτέ,

Ούτε στων μαχών την ώρα την πιο φονικιά, ούτε στης

προδοσίας, της αναπόφευκτης, τις πικρές μαυρίλες.

Λένε πως γνώριζε από πριν, με μιαν ακρίβεια

αφάνταστη, τη μέρα, την ώρα, το δευτερόλεφτο ακόμη:

τη στιγμή […]».