Επιμνημόσυνος Λόγος του Γενικού Διευθυντή κ. Ανδρέα Π. Λουκά στο μνημόσυνο των πεσόντων στελεχών του Κυπριακού Στρατού και στη δέηση για ανεύρεση του αγνοούμενου Υποστράτηγου Τάσου Μάρκου

«Αυτά τα δέντρα δεν βολεύονται με λιγότερο ουρανό,

Αυτές οι πέτρες δεν βολεύονται κάτου απ’ τα ξένα βήματα,

Αυτά τα πρόσωπα δεν βολεύονται παρά μόνο στον ήλιο,

Αυτές οι καρδιές δεν βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο».

Ανακαλώντας στη μνήμη τους στίχους του ποιητή μας Γιάννη Ρίτσου από το ποίημα Ρωμιοσύνη και με αισθήματα βαθιάς συγκίνησης, δέους και εθνικής υπερηφάνειας, συγκεντρωθήκαμε σήμερα εδώ για να αποτίσουμε τον οφειλόμενο φόρο τιμής και τον προσήκοντα σεβασμό στα στελέχη που έπεσαν τόσο στα πεδία των μαχών για την υπεράσπιση της πατρίδας, όσο και κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του καθήκοντος σε περίοδο ειρήνης, καθώς και όλων των αποθανόντων μελών του Κυπριακού Στρατού.

Για να αναπέμψουμε επίσης δέηση για εξακρίβωση της τύχης του αγνοούμενου Υποστράτηγου Τάσου Μάρκου, όπως και όλων των αγνοουμένων μας, που αποτελούν σήμερα τη μελανότερη σελίδα της κυπριακής τραγωδίας του 1974.

Θέλω καταρχάς να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο και το Διοικητικό Συμβούλιο του Συνδέσμου Αποστράτων Αξιωματικών του Κυπριακού Στρατού για την τιμητική πρόσκληση να εκφωνήσω τον επιμνημόσυνο λόγο για όλους αυτούς τους μεγάλους άνδρες, που όπως μας υποβάλλει ο ποιητής δεν βολεύονταν παρά μόνο στον ήλιο και στο δίκαιο, σε ένα ατέρμονο αγώνα για ελευθερία, δικαιοσύνη και ανθρωπιά.

Γι’ αυτούς που με στεντόρεια φωνή επανέλαβαν το ρηθέν υπό του τελευταίου αυτοκράτορα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας

«πάντες, αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν, και ού φεισόμεθα της ζωής ημών».

Γιατί ήταν συνειδητή η απόφασή τους να ταχθούν στην υπηρεσία της πατρίδας και να θέσουν υπό την προστασία τους τις Σημαίες. Γαλουχημένοι με τις αρχές, τις αξίες και τα ιδανικά του Ελληνισμού, ακολούθησαν το δρόμο του χρέους και του καθήκοντος, επιτυγχάνοντας ηθική τελειότητα και καταθέτοντας τον εαυτό τους θυσία υπέρ βωμών και εστιών.

Όλοι τους εμβληματικές φιγούρες της σύγχρονης κυπριακής ιστορίας, σύμβολα μαχητικότητας, αυταπάρνησης και αυτοθυσίας.

Πάντοτε παρών σε όλες τις κρίσιμες ώρες που διήλθε η πατρίδα μας και ο Τάσος Μάρκου. Αγέρωχος, αλύγιστος, ασυμβίβαστος, με βλέμμα σπινθηροβόλο και με ψυχή ανυπότακτη.

Τομεάρχης Κυθρέας στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ.

Ηγετική μορφή στις μάχες άμυνας της Λευκωσίας κατά τις διακοινοτικές ταραχές του 1963.

Μπροστάρης αυτός και πίσω οι στρατιώτες του, τα παιδιά του όπως έλεγε, στις Χαμίτ Μάντρες, στο Δίκωμο, στη Μια Μηλιά και στην Κυθρέα, κατά την τουρκική εισβολή, πολεμώντας για την ελευθερία και περιφρονώντας το θάνατο.

Κυρίες και κύριοι,

Οι άνδρες που μνημονεύουμε σήμερα επισφράγισαν με την ενεργό συμμετοχή τους όλα τα γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας μας. Ηγήθηκαν δια του παραδείγματος. Ενέπνευσαν το προσωπικό τους και υπέδειξαν το δρόμο του καθήκοντος και της τιμής. Έδειξαν σε όλους πώς πολεμούν οι ήρωες εάν απαιτηθεί, και πώς είναι να θυσιαστείς για την ελευθερία.

«Γιατί αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος» έγραψε ο Τάσος Λειβαδίτης,

«θα πρέπει να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό…»

«Να μπορείς, απάνω απ’ την ομοβροντία που σε σκοτώνει

 εσύ ν΄ ακούς τα εκατομμύρια των απλών ανθρώπων που

 τραγουδώντας πολεμάνε για την ειρήνη».

Σήμερα επιστρέφουμε νοερά στο παρελθόν. Ανασύρουμε από τη μνήμη μας πικρές αναμνήσεις από την ταραγμένη κυπριακή ιστορία.  Στρέφουμε νοερά το βλέμμα στην αιματοβαμμένη Τυλληρία, στα γεγονότα της Κοφίνου του 1967 και στις συνέπειές τους, στις αγαπημένες ακτές της Κερύνειας, στα περιγιάλια της «Αχαιών Ακτής», στην περίλουστη από το φως του ήλιου Μεσαριά και στις απόκρημνες κορυφές του Πενταδακτύλου.

Η μνήμη ζωντανή και αδυσώπητη μας κατατρύχει. Ψηλαφίζει τις πληγές μας, ακουμπάει στον πόνο μας και γίνεται ανεξάντλητος μάρτυρας σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις που η γενναιότητα συνέργησε με τη σωφροσύνη και επιστεγάστηκε από την ηρωική θυσία.

Mε σεβασμό υποκλινόμαστε μπροστά στις ηρωικές μορφές των πεσόντων μας, που έδωσαν μάχη με υπέρτερες εχθρικές δυνάμεις για την υπεράσπιση της πατρίδας μας.

Γιατί στους πιο ταραγμένους καιρούς και στις πιο σκοτεινές εποχές πάντα θα υπάρχουν αυτοί που θα σηκώσουν στους ώμους τους την ευθύνη όλων.

Που δεν θα παραμείνουν άπραγοι, περιχαρακωμένοι μέσα στο φόβο και την απάθεια.

Που θα γκρεμίσουν τα τείχη της προσωπικής ασφάλειας και βόλεψης και  θα ταξιδέψουν στις άγνωστες θάλασσες των προκλήσεων.

Πάντα θα υπάρχει ένα φως. Ένα φως, όμως το οποίο δε θα είναι διακριτό από όλους, παρά μόνο από τους λίγους. Από αυτούς που τη δύσκολη ώρα θα περάσουν μπροστά και θα χαράξουν τον δρόμο. Οδηγούμενοι από εκείνο το αδιανόητο πείσμα, που υποβάλλει πως όλα μπορούν να αλλάξουν αν το πιστέψουμε βαθιά και εάν αγωνιστούμε γι’ αυτό.

Κυρίες και κύριοι,

Τα πρώτα βήματα της Κυπριακής Δημοκρατίας μετά την ίδρυσή της το 1960 στιγματίστηκαν σύντομα από τις διακοινοτικές ταραχές και αντιπαραθέσεις.

Από τον Δεκέμβριο του 1963, αρχικά από τη Λευκωσία, τα επεισόδια εξελίχθηκαν σε ένοπλες συγκρούσεις και επεκτάθηκαν σε ολόκληρη την Κύπρο. Ο τουρκικός σχεδιασμός υπονόμευσης του κράτους και διχοτόμησης, σε συνδυασμό και με δικά μας ασυγχώρητα λάθη,  έμπαινε πλέον σε τροχιά υλοποίησης.

Τον Άυγουστο του 1964 η νεοσύστατη τότε Εθνική Φρουρά μαζί με δυνάμεις εθελοντών, φυλάσσοντας Θερμοπύλες, επιχείρησε να αποσοβήσει τον κίνδυνο επέκτασης του θύλακα των Κοκκίνων. Η Τουρκία απάντησε με αεροπορικούς βομβαρδισμούς σε ολόκληρη την περιοχή, σκορπίζοντας το θάνατο και την καταστροφή. Βόμβες ναπάλμ κατέκαυσαν τη μαρτυρική Τηλλυρία και τα ιερά σώματα των νεομαρτύρων συμπατριωτών μας.

Ακολούθησε μια χαώδης δεκαετία υπόσκαψης του κράτους και αλληλοσπαραγμού που οδήγησε στο προδοτικό πραξικόπημα του 1974 και στη βάρβαρη τουρκική εισβολή. Ο λαός μας ήρθε αντιμέτωπος με ένα αδίστακτο εισβολέα, με τον όλεθρο του πολέμου, τον πόνο της προσφυγιάς και το δράμα των αγνοουμένων.

Οι Κύπριοι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί, αποδείχθηκαν άξιοι συνεχιστές των προγόνων μας επιτελώντας στο ακέραιο το καθήκον τους. Τίμησαν τον όρκο προς την πατρίδα, και έγραψαν χρυσές σελίδες δόξας, αν και προδομένοι και αβοήθητοι, απέναντι στις υπέρτερες δυνάμεις του Τούρκου εισβολέα.

Μετά την καταστροφή του 1974, έγινε ακόμα πιο έντονη η πεποίθηση πως η ασφάλεια αποτελεί παράγοντα θεμελιακής σημασίας για την επιβίωση του Ελληνισμού στην Κύπρο. Για την επίτευξή της κρίθηκε αναγκαίο να υπάρχει αμυντική ικανότητα για την αντιμετώπιση απειλών κατά του κράτους. Τα στελέχη του Κυπριακού Στρατού και οι εξ Ελλάδος αξιωματικοί και υπαξιωματικοί ανέλαβαν εξ ολοκλήρου την ευθύνη της εκ θεμελίων αναδιοργάνωσης της Εθνικής Φρουράς και της εκπαίδευσης του προσωπικού της.

Στα χρόνια που ακολούθησαν μέχρι και σήμερα πολλοί ήταν αυτοί που  έχασαν τη ζωή τους στον βωμό του καθήκοντος, εν ώρα υπηρεσίας. Μαζί με τους πεσόντες ήρωες μας, πρόσθεσαν και αυτοί το όνομά τους στις χρυσές δέλτους της προσφοράς προς την πατρίδα μας.

Σεβαστοί οικείοι των μνημονευομένων μελών του Κυπριακού Στρατού,

Ελληνίδες και Έλληνες,

Επιμετρώντας το μεγαλείο της προσφοράς των ανθρώπων που τάχθηκαν να υπερασπιστούν την πατρίδα και μνημονεύουμε σήμερα, καλούμαστε να αναλογιστούμε το δικό μας χρέος.

Είμαστε υποχρεωμένοι από την ιστορία και τους νεκρούς μας να αγωνιστούμε γι’ αυτό που πραγματικά αξίζει στην πατρίδα μας.

Τίποτε λιγότερο και τίποτε περισσότερο από αυτό που δικαιούμαστε.

Αυτό για το οποίο ο Ανδρέας Αρέστη και ο Χρήστος Φώτη, φορώντας την τιμημένη στολή του Έλληνα αξιωματικού, ευθυτενείς κι αγέρωχοι όπως πάντα, πολέμησαν και θυσιάστηκαν, περνώντας στο Πάνθεον των ηρώων.

Έπραξαν έτσι γιατί αισθάνονταν σαν οδυνηρή φυλακή την κατάσταση που επικρατούσε.

Γιατί όπως και όλοι οι ήρωές μας δεν συνήθισαν να περπατούν με αλυσίδες στα πόδια.

Αναγιώθηκαν ελεύθεροι και τάχθηκαν να πολεμήσουν και να πεθάνουν για μια πατρίδα λεύτερη.

Είμαστε λοιπόν υποχρεωμένοι να καταστήσουμε την πατρίδα μας ένα κράτος ειρήνης και ελευθερίας, το οποίο, μέσα σε συνθήκες αμοιβαίου σεβασμού, αλληλεγγύης και συνδημιουργίας, θα κατοχυρώνει τα ανθρώπινα δικαιώματα του συνόλου του λαού της.

Έχουμε δηλώσει επανειλημμένως και με τρόπο ξεκάθαρο την αποφασιστικότητα και τη βούλησή μας για επανέναρξη του διαλόγου επίλυσης του Κυπριακού. Πρέπει όμως να καταστεί ξεκάθαρο πως η διαδικασία των διαπραγματεύσεων δε μπορεί να επανεκκινήσει, εάν προηγουμένως δεν πληρούνται οι βασικές και κοινώς αποδεκτές προϋποθέσεις.

Δε μπορεί να επανεκκινήσει και να είναι ευθύς εξ αρχής καταδικασμένη σε αποτυχία. Δε μπορεί να επανεκκινήσει όταν η μια από τις δύο πλευρές εκφεύγει από τους κανόνες του συμφωνημένου πλαισίου λύσης και των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ.

Δε μπορούν να γίνουν αποδεκτές οι συνεχιζόμενες και κλιμακούμενες προκλήσεις, οι διαρκείς ευθείες απειλές, η παραβίαση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, οι απαράδεκτες αξιώσεις στην ΑΟΖ και στο Αιγαίο, η παραχάραξη των ιστορικών γεγονότων και η πλήρης απαξίωση του διεθνούς δικαίου.

Η κατάσταση αυτή δεν προσφέρεται για εφησυχασμό. Καταγγέλλουμε προς κάθε κατεύθυνση τις παράνομες τουρκικές ενέργειες, απόρροια του απαράδεκτου νεοοθωμανικού αναθεωρητισμού. Βασιζόμαστε στο διεθνές δίκαιο, αξιοποιούμε τα ισχυρά πλέγματα συμμαχιών και συνεργασιών που έχουμε αναπτύξει στο περιφερειακό και διεθνές γεωπολιτικό σκηνικό, και ταυτόχρονα ενισχύουμε και αναβαθμίζουμε τις αποτρεπτικές δυνατότητες της Εθνικής μας Φρουράς. Προς αυτή την κατεύθυνση οφείλουμε να κινούμαστε για όσο οι προκλήσεις της Άγκυρας συνεχίζονται.

Κυρίες και κύριοι,

Αυτό επιβάλλει το χρέος μας απέναντι σε αυτούς που μνημονεύουμε σήμερα. Τα μέλη του Κυπριακού Στρατού, αποθανόντες και πεσόντες σε ώρα καθήκοντος, που συνέδεσαν τη ζωή τους με τον αγώνα για μια ελεύθερη πατρίδα, χωρίς ξένους κατακτητές και συρματοπλέγματα. Αυτούς που έφυγαν δυστυχώς με τα όνειρα και τις προσδοκίες τους ανεκπλήρωτα.

Δίνουμε υπόσχεση στους γνωστούς και άγνωστους ήρωες της ελευθερίας της πατρίδας μας ότι δεν θα επιτρέψουμε στη λήθη να ξεθωριάσει τη θυσία τους. Δίνουμε υπόσχεση στους αγνοούμενούς μας πως δεν θα αποστρατευτούμε από τον αγώνα μέχρι την τελική δικαίωση.

Αυτό θα είναι το καλύτερο μνημόσυνο.

Ας είναι αιωνία η μνήμη τους.