Nησί πικρό, νησί γλυκό, νησί τυραγνισμένο

Κάνω τον πόνο σου να πω, και προσκυνώ και μένω

Εσύ της θάλασσας ρυθμός, ολάνθιστο κλωνάρι

Πώς σου μαδήσαν τ΄ άνθια σου διπλοί, τριπλοί βαρβάροι»,

αναφέρουν οι στίχοι του ποιήματος «Ύμνος και Θρήνος για την Κύπρο»,  του μεγάλου  ποιητή της Ρωμιοσύνης Γιάννη Ρίτσου.

 

Ύμνος αλλά και θρήνος, για τη χιλιοτυρανισμένη από τις συμφορές, τις δοκιμασίες και τις υποταγές στους ξένους δυνάστες πατρίδα μας.

 

Ύμνος για όσους στάθηκαν απέναντι από τις πάνοπλες ορδές των κατακτητών και αντιστάθηκαν μέχρις εσχάτων, προσφέροντας τη ζωή τους στο ιερό θυσιαστήριο των αγώνων για την ελευθερία της. Θρήνος για τα αμέτρητα δεινά, τα οποία είμαστε καταδικασμένοι όλοι εμείς από την ιστορία  ν΄ ανακαλούμε στη μνήμη μας.

 

Με αισθήματα βαθιάς συγκίνησης και ευλάβειας συγκεντρωθήκαμε σήμερα εδώ στον Ιερό Ναό του Αποστόλου Ανδρέα στο Πλατύ Αγλαντζιάς, για να αποδώσουμε τον ελάχιστο φόρο τιμής και τον προσήκοντα σεβασμό στους πεσόντες της κοινότητας Τραχωνίου Κυθρέας, που φονεύθηκαν εν ψυχρώ ή έπεσαν μαχόμενοι, κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής του 1974. 

 

Για να προσευχηθούμε ο Θεός ν’ αναπαύσει τις ψυχές τους και να ευοδωθεί η προσπάθεια για την ανεύρεση των αγνοούμενων συμπατριωτών μας.

 

 

Ως Κυπριακός Ελληνισμός κλίνουμε ευλαβικά το γόνυ σ’ όλους αυτούς που αποδείχτηκαν συνεπείς με το ιστορικό συναπάντημα και την ώρα της κρίσης όρθωσαν το μπόι τους απέναντι στο βάρβαρο εισβολέα.

 

Αποδίδουμε φόρο τιμής στους 19 θυσιασθέντες και 15 αγνοούμενους της Κοινότητας και εκ μέρους της Κυπριακής Πολιτείας θα ήθελα να εκφράσω στους συγγενείς τους τη βαθιά ευγνωμοσύνη για την προσφορά τους προς την πατρίδα. 

 

Με την ευκαιρία που μου δίδεται σήμερα θα ήθελα να σας μεταφέρω για άλλη μια φορά τη συμπαράσταση, αλλά και την προσήλωση της κυβέρνησης στον αγώνα για πλήρη και αποτελεσματική διερεύνηση της τύχης όλων των αγνοουμένων μας, στο πλαίσιο των εργασιών της Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων.

 

Παρά τη συνεχή άρνηση της κατοχικής Τουρκίας να συνεργαστεί, εμείς επιμένουμε να εργαζόμαστε άοκνα μέχρι την ανεύρεση και του τελευταίου αγνοούμενου συμπατριώτη μας, μέχρι να κλείσουν όλες οι ανοικτές πληγές που ταλανίζουν τις οικογένειές τους, εδώ και δεκαετίες.

Κυρίες και κύριοι,

 

Ξεφυλλίζοντας τις σελίδες της ιστορίας και της παράδοσης της κοινότητας Τραχωνίου, ανακαλείται στη μνήμη μας ο φυσικός της πλούτος, η κοινωνική της συνοχή, οι φιλήσυχοι κάτοικοι που εργάζονταν συλλογικά για την ευημερία και την πρόοδο του χωριού τους.

Η αρμονική τους συνύπαρξη και καθημερινότητα διακόπηκε δυστυχώς το μαύρο εκείνο καλοκαίρι του 1974, όταν ο χρόνος για τον Ελληνισμό της Κύπρου σταμάτησε βίαια με την τουρκική εισβολή, που άφησε πίσω της χιλιάδες νεκρούς, αγνοούμενους, τραυματίες, εκτοπισθέντες και ανυπολόγιστες ζημιές.

 

Η ευρύτερη περιοχή της Κυθρέας δέχθηκε το ισχυρότερο πλήγμα από την τουρκική εισβολή, με τους περισσότερους νεκρούς και αγνοούμενους κατ’ αναλογία πληθυσμού.

 

Είναι ομολογουμένως βαρύ το τίμημα που κλήθηκε να πληρώσει η κοινότητα Τραχωνίου. Μεγάλος ο αριθμός των πεσόντων και εκτελεσθέντων που έχουν βυθίσει στο πένθος πολλές από τις οικογένειες του χωριού. Πολλοί και οι αγνοούμενοι γεγονός που υποβάλλει τις οικογένειες τους, μέχρι σήμερα, σε βασανιστική καρτερία, μέχρι τη διακρίβωση της τύχης τους. 

 

Νέοι του χωριού που άφησαν τις οικογένειές τους και έσπευσαν να θέσουν τον εαυτό τους στη διάθεση της πατρίδας, αγωνιζόμενοι για την ελευθερία και το δίκαιο. Άμαχοι που αναζήτησαν να διαφύγουν άρον άρον από τα σπίτια και τις περιουσίες τους, για να γλυτώσουν τη ζωή τους από την οργή και τη μανία των Τούρκων, όταν αυτοί έζωσαν το χωριό τους.

 

Όταν στις 14 Αυγούστου 1974, κατά την έναρξη της δεύτερης φάσης της εισβολής, τα τουρκικά στρατεύματα διέσπασαν τη γραμμή άμυνας της Εθνικής Φρουράς στην περιοχή Μιας Μηλιάς και κινήθηκαν με ταχύτητα προς το Τραχώνι και την Κυθρέα, οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να τραπούν σε φυγή για να γλιτώσουν τη ζωή τους από τους αιμοσταγείς Αττίλες. Ηλικιωμένοι, ιερωμένοι, μάνες με τα μικρά παιδιά στην αγκαλιά τους έτρεχαν αλλόφρονες για ν΄ αποφύγουν τη σύλληψη. 

 

Πράγματι, ο Τούρκος εισβολέας έδειξε το απάνθρωπό του πρόσωπο και εκτέλεσε εν ψυχρώ και χωρίς δισταγμό μεγάλο αριθμό αμάχων Τραχωνιτών. Δυστυχώς, αυτή η θηριωδία δεν ξεχώρισε ούτε γυναίκες και μικρά παιδιά.

 

Ποιος αλήθεια μπορεί να ξεχάσει την τραγική ιστορία της Ελένης Κυριάκου Θεμιστοκλέους και των τεσσάρων παιδιών της, της Μάρως, της Θεμιστούλας, της Αγγελικής, της Σούλας, αλλά και του εγγονού της, του εξάμηνου βρέφους Αντρέα που κρατούσε στην αγκαλιά της; 

Όλοι μαζί, χέρι χέρι, προσπάθησαν να διαφύγουν μέσα από τα χωράφια για να αποφύγουν τη σύλληψη και τη μανία των βάρβαρων κατακτητών.

Από τότε τα έξι μέλη της οικογένειας αγνοούνταν για σαράντα ένα χρόνια, μέχρι την ανεύρεση των οστών τους και τη ταυτοποίηση με τη μέθοδο του DNA. Έτσι, ο επίλογος μιας εκ των τραγικότερων γεγονότων της εισβολής γράφτηκε το 2015, όταν οδηγήθηκαν στην τελευταία τους κατοικία, μέσα σε κλίμα οδύνης, σπαραγμού, αλλά και οργής για τα εγκλήματα της κατοχικής Τουρκίας εναντίον αμάχων και  μικρών παιδιών.

 

Είναι πολύ δύσκολο για μας να μετρήσουμε τον πόνο, τη λύπη, την πίκρα και την οργή όλων εσάς για τα εγκλήματα και τον ανθρώπινο πόνο που βιώσατε. Ακόμα πιο δύσκολο είναι να αναλογιστούμε τα συναισθήματα των συγγενών των αγνοουμένων, που μετά από τόσα χρόνια συνεχίζουν να αναζητούν τη διακρίβωση της τύχης των δικών τους ανθρώπων.

 

Φίλες και φίλοι,

 

Σαν λαός κουβαλούμε μια ανεκτίμητη και βαριά κληρονομιά. Αυτή που μας άφησαν όλοι όσοι πότισαν τη διψασμένη γη της πατρίδας μας με το αίμα τους, πιστοί στις αρχές και τις παραδόσεις των ένδοξων προγόνων μας, αρνούμενη την υποταγή και την υποδούλωση.

 

Όλοι εμείς έχουμε τεράστιο χρέος και ευθύνη έναντι της ιστορίας, έναντι των νεκρών και των αγνοουμένων μας. 

 

Συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε για να οικοδομήσουμε μια πατρίδα, ειρηνική και ευημερούσα. Μια πατρίδα όπου θα προστατεύονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι βασικές ελευθερίες όλων των νόμιμων κατοίκων της, χωρίς τις επιβουλές και τις εξαρτήσεις από τρίτους. 

Διανύουμε πολύ κρίσιμες ημέρες δίνοντας μάχη επιβίωσης για μας και τα παιδιά μας. Αντιστεκόμαστε σθεναρά στο πέρασμα του χρόνου, στη λησμονιά και στη διαρκή απογοήτευση, διακηρύσσοντας προς όλες τις κατευθύνσεις, ότι δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσουμε τις κατεχόμενες πόλεις και χωριά μας, τα σπίτια και τις περιουσίες μας.  

 

Δικαιώνοντας έτσι τον αθάνατο ποιητή και εκφραστή του ελληνικού μας ψυχισμού Κώστα Μόντη, που φώναξε: «Γρόνια, σκλαβκιές ατέλειωτες, τον πάτσον τζιαι το κλώτσον τους. Μα εμείς τζιαμαί, ελιές τζιαι τερατσιές πάνω στον ρότσον τους».

 

Οι προσπάθειες επανέναρξης των συνομιλιών προσκρούουν διαρκώς στην άρνηση της Τουρκίας και στη νέα αναθεωρητική και επεκτατική της πολιτική στην Κύπρο και στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου. 

 

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης ξεκαθάρισε για πολλοστή φορά μέσα από δημόσιες παρεμβάσεις του, ότι η μοναδική αποδεκτή λύση για την ελληνοκυπριακή πλευρά είναι αυτή της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, όπως ορίζεται στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και σύμφωνα με τις αρχές και αξίες  στις οποίες εδράζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση. 

Μια λύση χωρίς αναχρονιστικές εγγυήσεις και μονομερή επεμβατικά δικαιώματα, που να μπορεί να διασφαλίσει την ειρήνη και να επαναφέρει την τάξη και το δίκαιο. 

 

Αυτή η δύσκολη περίοδος που διανύουμε, κυρίες και κύριοι, απαιτεί όσο ποτέ άλλοτε εθνική ενότητα και συνεννόηση, σκληρή δουλειά και κοινή εθνική προσπάθεια. Δεν υποτιμούμε τις δυσκολίες και τα εμπόδια. Έχουμε πλήρη επίγνωση των κινδύνων, αλλά και του ιστορικού μας χρέους.

 

Καταλήγοντας, θέλω να ευχαριστήσω το Δήμο Τραχωνίου και όλα τα οργανωμένα σύνολα που μέσα από τις πρωτοβουλίες και τις δράσεις τους διατηρούν άσβεστη τη φλόγα της επιστροφής, συντηρούν τη μνήμη των κατεχόμενων χωριών μας και ενισχύουν τις πολιτικές για διεκδίκηση μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης. 

 

Αποτελεί καθήκον όλων μας να συνεχίσουμε τον αγώνα για επανένωση της πατρίδας μας. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να ξεπληρώσουμε το χρέος απέναντι σ’ αυτούς που μας έδειξαν με το παράδειγμα και τη θυσία τους το δρόμο της ευθύνης και του αγώνα. Μια Κύπρος ελεύθερη και ευημερούσα θα αποτελέσει γι’ αυτούς το καλύτερο μνημόσυνο. 

 

Αιωνία ας είναι η μνήμη τους και είθε ο Ύψιστος να βοηθήσει να διακριβωθεί η τύχη των αγνοουμένων μας, για να τελειώσει επιτέλους το δράμα των οικογενειών τους.